πανουργία — πανουργίᾱ , πανουργία knavery fem nom/voc/acc dual πανουργίᾱ , πανουργία knavery fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργίᾳ — πανουργίαι , πανουργία knavery fem nom/voc pl πανουργίᾱͅ , πανουργία knavery fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργία — η δόλια σκέψη, πονηριά, απάτη, τέχνασμα, κατεργαριά: Τελευταία άρχισε και η πανουργία της νόθευσης των φαρμάκων … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πανουργίας — πανουργίᾱς , πανουργία knavery fem acc pl πανουργίᾱς , πανουργία knavery fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργίαι — πανουργία knavery fem nom/voc pl πανουργίᾱͅ , πανουργία knavery fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργίαν — πανουργίᾱν , πανουργία knavery fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργιῶν — πανουργία knavery fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργίαις — πανουργία knavery fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πανουργίης — πανουργία knavery fem gen sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αθανασίου — Επώνυμο αγωνιστών του 1821. 1. Αλέξιος (Μενδενίτσα Λοκρίδας 1795 – 1849). Πολέμησε υπό τις διαταγές του Δυοβουνιώτη. Διακρίθηκε στη Στερεά Ελλάδα και στις μάχες της Αθήνας. 2. Αναγνώστης. Καταγόταν από το Αγκίστρι της Αίγινας. Πήρε μέρος σε… … Dictionary of Greek